Άρθρο 47 ν. 4811/2021

Χορήγηση προθεσμίας υλοποίησης επενδυτικών σχεδίων

  1. Σε επιχειρήσεις, των οποίων τα επενδυτικά σχέδια έχουν υπαχθεί σε αναπτυξιακούς νόμους πριν από την έναρξη του ν. 3299/2004 (Α΄ 261), και ειδικότερα στους ν. 1262/1982 (Α΄ 70), ν. 1682/1987 (Α΄ 14) και ν. 1892/1990 (Α΄ 101) και έχουν καταστεί υπόχρεες επιστροφής της ληφθείσας επιχορήγησης, εξαιτίας της μη ολοκλήρωσης της επένδυσης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας υλοποίησής της, παρέχεται προθεσμία τριών (3) ετών από την έκδοση της αναφερόμενης στην παρ. 2 βεβαίωσης για την υλοποίηση της επένδυσης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) υποβολή αίτησης του επενδυτή εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος στον οικείο φορέα υπαγωγής, συνοδευόμενης από επιχειρηματικό πλάνο ολοκλήρωσης της επένδυσης και θέσης αυτής σε παραγωγική λειτουργία, σύμφωνα με τα βασικά στοιχεία της απόφασης υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου στον κατά περίπτωση αναπτυξιακό νόμο,

β) προηγούμενη υλοποίηση ποσοστού τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της επένδυσης,

γ) υπεισέλευση στο μετοχικό ή εταιρικό κεφάλαιο της επιχείρησης νέου ή νέων προσώπων, κατά ποσοστό τουλάχιστον ενενήντα τοις εκατό (90%), μετά από την έκδοση απόφασης επιστροφής της ληφθείσας επιχορήγησης, και

δ) προσκόμιση εγγυητικής επιστολής ή αποδεικτικού εμπράγματης εξασφάλισης για το ποσό της προς επιστροφή ληφθείσας επιχορήγησης, μετά τόκων και εξόδων, μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης της περ. α) επί του ακινήτου της υπό ολοκλήρωση επένδυσης.

  1. Από την κοινοποίηση στην οικεία φορολογική αρχή της βεβαίωσης συνδρομής των προϋποθέσεων της παρ. 1 από τον οικείο φορέα υπαγωγής αναστέλλονται η είσπραξη του βεβαιωθέντος χρέους, η λήψη αναγκαστικών μέτρων, καθώς και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του νομικού προσώπου και των ευθυνομένων αλληλεγγύως με αυτό φυσικών προσώπων, καθώς και κάθε αναγκαστικό μέτρο διοικητικής φύσεως μετά των προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων της αρχικής επιχορήγησης εις βάρος της επιχείρησης και των φυσικών προσώπων που ευθύνονται αλληλεγγύως με την επιχείρηση έναντι του Δημοσίου για την καταβολή του βεβαιωθέντος, συνεπεία της ληφθείσας επιχορήγησης, ποσού. Η αναστολή δεν καταλαμβάνει τις ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων. Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του νομικού προσώπου, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη.

Η παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) δεν εφαρμόζεται και σε καμία περίπτωση δεν δύναται να εκδοθεί αποδεικτικό ενημερότητας, ούτε περιορισμένης ισχύος, διαρκούσης της αναστολής. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ανωτέρω αναστολής αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής της απαίτησης του Δημοσίου και δεν συμπληρώνεται πριν την παρέλευση έτους από τη λήξη της αναστολής. Ποσά που αποδίδονται κατά τη διάρκεια της αναστολής με εκούσια ή αναγκαστική είσπραξη δεν επιστρέφονται. Η βεβαίωση συνδρομής των προϋποθέσεων της παρ. 1 εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος από τον οικείο φορέα υπαγωγής και από την έκδοσή της άρχεται η ανωτέρω τριετής προθεσμία ολοκλήρωσης.

  1. Σε καμία περίπτωση η εφαρμογή της παρούσας δεν γεννά αξίωση του επενδυτή για λήψη τυχόν υπολειπόμενου εκ της αρχικώς προβλεπόμενης επιχορήγησης ποσού, μετά την ολοκλήρωση της υλοποίησης της επένδυσης.
  2. Κατόπιν της παρέλευσης της ανωτέρω προθεσμίας ολοκλήρωσης η επιχείρηση οφείλει να καταβάλει, σύμφωνα με το ν.δ. 356/1974 (Α΄ 90) περί Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ολόκληρο το βεβαιωθέν κεφάλαιο της επιστρεπτέας επιχορήγησης μετά των τόκων, προστίμων και προσαυξήσεων, που έχουν επιβληθεί, υπολογιζόμενων μέχρι εξοφλήσεως.

Εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας ολοκλήρωσης του επενδυτικού σχεδίου, ο οικείος φορέας υπαγωγής οφείλει να προχωρήσει, είτε αυτοδικαίως είτε κατόπιν σχετικής αίτησης από την επιχείρηση-φορέα της επένδυσης, σε έλεγχο υλοποίησης της επένδυσης επί τη βάσει του υποβληθέντος επιχειρηματικού πλάνου της περ. α) της παρ. 1, σύμφωνα με τις διατάξεις του εκάστοτε ισχύοντος αναπτυξιακού νόμου.

Σε περίπτωση, κατά την οποία διαπιστωθεί η μη ολοκλήρωση της εν λόγω επένδυσης, το φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα, που ασκούσαν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση ή τη διοίκηση της επιχείρησης κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης της περ. α) της παρ. 1, ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το νομικό πρόσωπο φορέα της επένδυσης για την πληρωμή των τόκων, προστίμων και προσαυξήσεων της χρονικής περιόδου από την υποβολή της αίτησης της παρ. 1, μέχρι την ημέρα λήξης της τριετούς αναστολής.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και του κατά περίπτωση συναρμοδίου Υπουργού, δύναται να εξειδικεύονται τα αναφερόμενα στην παρ. 1 στοιχεία και αποδεικτικά, η διαδικασία υποβολής της αίτησης, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία του ελέγχου υλοποίησης της επένδυσης, καθώς επίσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.