Άρθρο 38 Ν. 4670/2020

Αντικατάσταση του άρθρου 42 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 42 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 42    :     Εκκαθάριση οφειλών ασφαλιστικών εισφορών εργατών γης

Το άρθρο 22 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

  1. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 περίπτωση Γ του άρθρου 20 του παρόντος υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΟΓΑ) ανεξαρτήτως των ημερών εργασίας τους ανά έτος.
  2. Οι παρακρατούμενες εισφορές ορίζονται σε ποσοστό 10% επί της αξίας των καταβαλλόμενων αμοιβών και καλύπτουν την κύρια σύνταξη, την υγειονομική περίθαλψη και τον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων το ανωτέρω ποσοστό μπορεί να αυξομειώνεται.
  3. Οι ημέρες εργασίας των προσώπων της παραγράφου 1 περίπτωση Γ του άρθρου 20 του παρόντος, υπολογίζονται ανά έτος με βάση τις αμοιβές τους και προκύπτουν από τη διαίρεση του συνόλου των καταβληθεισών εντός του έτους αμοιβών δια του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη της 31ης Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους σύμφωνα με την Ε.ΓΣ.Σ.Ε., όπως ισχύει για εργαζόμενους ηλικίας άνω των 25 ετών, και από την 1.1.2019 διά του κατώτατου ημερομισθίου εργατοτεχνίτη που προβλέπεται στην αριθμ. οικ. 4241/ 127/30.1.2019 υπουργική απόφαση (Β’ 173).

Οι ως άνω προκύπτουσες ημέρες εργασίας θεωρείται ότι έχουν πραγματοποιηθεί κατά τον μήνα εξόφλησης των εργοσήμων.

Προκειμένου τα ανωτέρω πρόσωπα να τύχουν λοιπών παροχών από τον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ), πρέπει να έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον 150 ημέρες εργασίας κατά το τρέχον ημερολογιακό έτος ή το προηγούμενο δωδεκάμηνο.

  1. Ημέρες εργασίας άνω των 300 κατά έτος, που έχουν υπολογιστεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα διάταξη, δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν μεταφέρονται σε άλλο έτος.
  2. Τα ανωτέρω πρόσωπα που έχουν πραγματοποιήσει 150 ημέρες εργασίας και άνω κατά έτος, ασφαλίζονται στον Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΟΓΑ) για ολόκληρο το έτος.

Για όσους έχουν πραγματοποιήσει ημέρες εργασίας λιγότερες των 150 κατά έτος, ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σε μήνες, όπως αυτοί προκύπτουν από τη διαίρεση του συνόλου των ημερών εργασίας δια του 25. Υπόλοιπο ημερών εργασίας άνω των δώδεκα, ανά έτος, λογίζεται ως μήνας.

  1. α. Εάν από το εργόσημο προκύπτει χρόνος ασφάλισης για ολόκληρο το έτος (ημέρες εργασίας άνω των 150), ελέγχεται εάν οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές καλύπτουν την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41 παράγραφος 2 του ν.4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.2019 ελάχιστη εισφορά για κύρια σύνταξη, υγειονομική περίθαλψη και ΛΑΕ, αναγόμενη σε δωδεκάμηνη βάση.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές δεν καλύπτουν την ελάχιστη ετήσια εισφορά, η σχετική διαφορά αναζητείται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την ετήσια εκκαθάριση ασφαλιστικών εισφορών μη μισθωτών.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές υπερκαλύπτουν την ελάχιστη ετήσια εισφορά, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται και λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη παροχών.

β. Εάν από το εργόσημο προκύπτει χρόνος ασφάλισης για μήνες ασφάλισης (ημέρες εργασίας κάτω των 150), ελέγχεται εάν οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές καλύπτουν την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι τις 31.12.2019, ελάχιστη μηνιαία εισφορά για κύρια σύνταξη, υγειονομική περίθαλψη και ΛΑΕ, για τους μήνες ασφάλισης που έχουν προκύψει σύμφωνα με τα ανωτέρω.Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές δεν καλύπτουν την ελάχιστη εισφορά για το σύνολο των μηνών ασφάλισης, περιορίζεται ανάλογα ο χρόνος ασφάλισης, και τυχόν επιπλέον εισφορά επιμερίζεται ισομερώς στους μήνες ασφάλισης που προκύπτουν μετά τον ανωτέρω περιορισμό του χρόνου ασφάλισης.

Εναλλακτικά ο ασφαλισμένος μπορεί με αίτηση δήλωσή του, η οποία υποβάλλεται εντός διμήνου από την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης, να ζητήσει την καταβολή της σχετικής διαφοράς, ώστε να μην περιοριστεί ο χρόνος ασφάλισής του. Η σχετική διαφορά αναζητείται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την ετήσια εκκαθάριση ασφαλιστικών εισφορών μη μισθωτών.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές υπερκαλύπτουν την ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τους μήνες ασφάλισης, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται και λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη παροχών.

γ. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 ασκούν παράλληλα και άλλη δραστηριότητα, για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ισχύουν, προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΓΑ, υπολογίζεται η ασφαλιστική εισφορά βάσει του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.2019, και σε αυτή προστίθεται η εισφορά που έχει καταβληθεί μέσω εργοσήμου.

Σε περίπτωση που το ως άνω άθροισμα των ασφαλιστικών εισφορών δεν καλύπτει την ελάχιστη εισφορά, ετήσια ή μηνιαία κατά περίπτωση, η σχετική διαφορά αναζητείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α’ και β’.

Σε περίπτωση που το ως άνω άθροισμα ασφαλιστικών εισφορών καλύπτει την ελάχιστη εισφορά, ετήσια ή μηνιαία κατά περίπτωση, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται και λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη παροχών.

Μέχρι τον προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισης από το εργόσημο, οι ασφαλισμένοι καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές που προκύπτουν βάσει του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος ή την ελάχιστη προβλεπόμενη εισφορά, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.2019. Τυχόν επιπλέον ποσά που έχουν καταβληθεί, πέραν των οφειλόμενων βάσει των ανωτέρω, από τον ασφαλισμένο μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης, επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.

δ. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 ασκούν παράλληλα και άλλη δραστηριότητα, μισθωτή ή μη μισθωτή, για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ισχύουν, προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης σε άλλον, πλην ΟΓΑ, πρώην φορέα ασφάλισης, έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του άρθρου 36 παράγραφος 1 του ν. 4387/2016 όπως ίσχυε μέχρι τις 31.12.2019.

Για την εφαρμογή των ανωτέρω οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί μέσω εργοσήμου επιμερίζονται στους μήνες ασφάλισης που προκύπτουν βάσει των αμοιβών με εργόσημο.

  1. Η έναρξη πληρωμής των ανωτέρω προσώπων με εργόσημο, καθώς και κάθε ζήτημα ή αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Φ.Κ.Α.

Οι αριθμ. 14913/343/Φ10034/27.6.2011 (Β’ 1586) και Φ.10034/4148/133/5.3.2013 (Β’ 540) υπουργικές αποφάσεις εξακολουθούν να ισχύουν.

  1. Ειδικότερα οι διατάξεις της παραγράφου 6 εφαρμόζονται για περιόδους ασφάλισης που αφορούν τα έτη 2017, 2018 και 2019.»