Άρθρο 11  ν. 5104 / 2024 ( ΦΕΚ Α΄58 / 19.4.2024 )

Έναρξη και μεταβολές άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας

 

  1. Κάθε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, ή νομική οντότητα, που πρόκειται να ασκήσει δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου υποβάλλει δήλωση έναρξης στο φορολογικό μητρώο. Εάν δεν έχει προηγηθεί δήλωση εγγραφής του άρθρου 10, αυτή γίνεται ταυτόχρονα με τη δήλωση έναρξης. Δεν μπορεί να γίνει δήλωση έναρξης ή μεταβολής εργασιών, κατά περίπτωση, από φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, των οποίων ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) έχει ανασταλεί ή απενεργοποιηθεί, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 10, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή ή η απενεργοποίηση.

 

  1. Η δήλωση έναρξης υποβάλλεται πριν από την πραγματοποίηση της πρώτης συναλλαγής στο πλαίσιο άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που πρόκειται να ασκήσουν δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου, ως χρόνος έναρξης θεωρείται ο χρόνος της νόμιμης σύστασής τους. Η δήλωση έναρξης υποβάλλεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη νόμιμη σύσταση.

 

  1. Στη δήλωση έναρξης περιλαμβάνονται τουλάχιστον ο τόπος άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας (έδρα και τυχόν υποκαταστήματα), το αντικείμενο των εργασιών, το τηρούμενο λογιστικό σύστημα, καθώς και το καθεστώς του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), στο οποίο υπάγεται ο φορολογούμενος.

 

  1. Η Φορολογική Διοίκηση απαιτεί εγγύηση από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα πρόκειται να ασκήσει δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου, ιδίως από:

 

α) φυσικό πρόσωπο της περ. α) της παρ. 6 του άρθρου 10 που έχει πτωχεύσει ή έχει καταστεί αφερέγγυο με άλλον τρόπο, μετά την πάροδο της αναστολής χρήσης του Α.Φ.Μ. του, εφόσον κατά τον χρόνο που υποβάλλει δήλωση έναρξης έχει συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή από φόρο εισοδήματος, Φ.Π.Α., παρακρατούμενους φόρους από μισθωτή εργασία ή πρόστιμα, τουλάχιστον εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ,

 

β) πρόσωπα της περ. β) της παρ. 6 του άρθρου 10 μετά τη λήξη της αναστολής χρήσης του Α.Φ.Μ. τους,

 

γ) φυσικό πρόσωπο που υπήρξε διευθυντής, εκτελεστικός πρόεδρος, διαχειριστής, εκτελεστικό μέλος διοικητικού συμβουλίου, διευθύνων σύμβουλος ή πρόσωπο εντεταλμένο στη διοίκηση νομικού προσώπου ή οντότητας ή συνδεδεμένο πρόσωπο κατά το άρθρο 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή μέτοχος ή εταίρος με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%) νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, των οποίων ο Α.Φ.Μ. έχει ανασταλεί ή απενεργοποιηθεί για τους λόγους της περ. 6 του άρθρου 10,

 

δ) νομικές οντότητες που έχουν, κατά τον χρόνο που υποβάλλουν δήλωση έναρξης, συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή από φόρο εισοδήματος, Φ.Π.Α., παρακρατούμενους φόρους από μισθωτή εργασία ή πρόστιμα, τουλάχιστον τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ,

 

ε) νομικά πρόσωπα, τα οποία συστήνουν ή στα οποία συμμετέχουν με ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%) ή τα οποία διοικούνται από φυσικά πρόσωπα που έχουν, κατά τον χρόνο που υποβάλλουν δήλωση έναρξης, συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή από φόρο εισοδήματος, Φ.Π.Α., παρακρατούμενους φόρους από μισθωτή εργασία ή πρόστιμα, τουλάχιστον τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ.

 

Στις ληξιπρόθεσμες οφειλές της παρούσας δεν περιλαμβάνονται όσες έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία τηρείται και έχουν καταβληθεί τουλάχιστον τρεις (3) δόσεις αυτής.

 

  1. Εγγύηση απαιτείται και από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ως φορολογικός αντιπρόσωπος υποβάλλει δήλωση έναρξης νομικής οντότητας, για την οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 4.

 

  1. Ως αφερέγγυο, για την εφαρμογή του παρόντος, πρόσωπο, πλέον αυτού που πτώχευσε, νοείται και κάθε πρόσωπο που έχει υπαχθεί σε διαδικασίες πρόληψης αφερεγγυότητας του Δεύτερου Μέρους του Πρώτου Βιβλίου του ν. 4738/2020 (Α’ 207).

 

  1. Δεν εφαρμόζονται οι περιορισμοί στη δήλωση έναρξης εργασιών σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, αμιγείς ή μικτές επιχειρήσεις Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των συνδέσμων δήμων, δημόσιους οργανισμούς, καθώς και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς από κρατικούς πόρους κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.

 

  1. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και μεγαλύτερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. Ειδικά για όσους έχουν τελέσει λαθρεμπορία, το ύψος της χρηματικής εγγύησης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ. Η χρονική διάρκεια της εγγύησης δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δύο (2) ετών και μεγαλύτερη των έξι (6) ετών.

 

  1. Με απόφαση της Φορολογικής Διοίκησης προσδιορίζεται η προϋπόθεση που συντρέχει κατά περίπτωση για την απαίτηση εγγύησης, καθώς και το ύψος αυτής, η οποία κοινοποιείται στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή στη νομική οντότητα που υποβάλλει τη δήλωση έναρξης. Στην περίπτωση αυτή η έναρξη στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης. Εάν με την υποβολή της δήλωσης έναρξης υποβάλλεται ταυτόχρονα και δήλωση εγγραφής, η εγγραφή του φορολογούμενου στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης.

 

  1. Ο φορολογούμενος που είναι υποκείμενος στον Φ.Π.Α. δηλώνει:

 

α) την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και την πραγματοποίηση απαλλασσόμενων, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, Α’ 248), ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών, και

 

β) την έναρξη ή την παύση παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κώδικα Φ.Π.Α.

 

  1. Ο φορολογούμενος, που είναι υποκείμενος στον Φ.Π.Α., ή το μη υποκείμενο στον Φ.Π.Α. νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που διαθέτει Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. στο εσωτερικό της χώρας, δηλώνει την έναρξη ή παύση λήψης υπηρεσιών από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κώδικα Φ.Π.Α., και ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος στην καταβολή του φόρου.

 

  1. Η δήλωση για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών συναλλαγών υποβάλλεται πριν από την πραγματοποίηση της πρώτης συναλλαγής.

 

  1. Ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ενημερώνει τη Φορολογική Διοίκηση για μεταβολές στα στοιχεία εγγραφής ή έναρξής του με την υποβολή δήλωσης μεταβολών στο φορολογικό μητρώο. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την πραγματοποίηση της μεταβολής. Ειδικά ο φορολογούμενος που είναι υποκείμενος στον Φ.Π.Α., για τη μεταβολή καθεστώτος Φ.Π.Α. στο οποίο υπάγεται, υποβάλλει δήλωση μετάταξης μέσα στην ίδια ανωτέρω προθεσμία, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τον Κώδικα Φ.Π.Α. Η υποχρέωση ενημέρωσης για μεταβολές στα στοιχεία φορολογούμενου φυσικού προσώπου, που δεν αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητά του, δεν υπόκειται σε προθεσμία. Ο φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλείται έναντι της Φορολογικής Διοίκησης τις μεταβολές των στοιχείων του μέχρι τον χρόνο ενημέρωσής της.

 

  1. Ο φορολογούμενος που είναι υποκείμενος στον Φ.Π.Α. και πρόκειται να πραγματοποιήσει ενδοκοινοτικές συναλλαγές, υποβάλλει δήλωση μεταβολών στο φορολογικό μητρώο για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών.

 

  1. Ο φορολογούμενος που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ενημερώνει τη Φορολογική Διοίκηση για την οριστική παύση των εργασιών του με την υποβολή στο φορολογικό μητρώο δήλωσης διακοπής εργασιών.

 

  1. Η δήλωση της παρ. 15 υποβάλλεται για τα φυσικά πρόσωπα μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την οριστική παύση των εργασιών τους ή από την ανακοίνωση διαγραφής τους από το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), κατά περίπτωση, και για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη λύση τους ή από τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης ή από την ανακοίνωση διαγραφής τους από το Γ.Ε.ΜΗ., κατά περίπτωση. Σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής επιχείρησης ως συνόλου, η δήλωση διακοπής εργασιών υποβάλλεται από τους κληρονόμους μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ενεργό ανάμειξή τους στην κληρονομούμενη επιχείρηση και όχι πέραν των τριάντα (30) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας αποποίησης, που προβλέπεται στο άρθρο 1847 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α’ 164). Εάν κατόπιν ελέγχου αποδεικνύεται πραγματικός χρόνος παύσης των εργασιών των φυσικών και νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων προγενέστερος της διαγραφής τους από το Γ.Ε.ΜΗ., λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος αυτός για τη διακοπή των εργασιών τους.

 

  1. Αν ο φορολογούμενος παραλείψει τις δηλωτικές του υποχρεώσεις του παρόντος, δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής και παρακράτησης των φόρων και από τις λοιπές φορολογικές υποχρεώσεις.